Study

29.10

  •   0%
  •  0     0     0

  • bereiten
    ετοιμάζω
  • ạrm, ạ̈rmer, am ạ̈rmsten
    φτωχός
  • auslöschen, löscht aus, hat ausgelöscht
    σβήνω
  • fẹst
    γερά, με δύναμη
  • die Fạntasy Sg.
    ηρωϊκή φαντασία [λογοτεχνικό είδος που βασίζεται σε θρύλους και μύθους]
  • chẹcken (Check doch mal das neue Hotel.)
    τσεκάρω, ελέγχω (Για τσέκαρε το καινούριο ξενοδοχείο.)
  • die Ạbwehrspielerin, -nen
    αμυντική (παίκτρια)
  • der Elfmeter, –
    πέναλτι
  • erschạffen, erschạfft, hat erschạffen
    δημιουργώ
  • der Ausschnitt, -e
    απόσπασμα, απόκομμα
  • ausschneiden, schneidet aus, hat ausgeschnitten
    κόβω
  • der Klebstoff, -e
    κόλλα
  • hallihallo
    Γεια χαρά!
  • ạls (Als ich endlich zu Hause war, war ich sehr müde.)
    όταν (Όταν έφθασα επιτέλους στο σπίτι, ήμουν πολύ κουρασμένος.)
  • der Champạgner Sg.
    σαμπάνια
  • der Ausgleich Sg. (In der zweiten Halbzeit macht Arne Freyer den Ausgleich.)
    ισοφάριση (Στο δεύτερο ημίχρονο η Άρνε Φράϊερ πετυχαίνει την ισοφάριση.)
  • foulen
    κάνω φάουλ
  • die Hạlbzeit Sg.
    ημίχρονο
  • der Ạbwehrspieler, –
    αμυντικός (παίκτης)
  • außer (Nach dem Sport ist er außer Atem.)
    εκτός (Μετά την άθληση είναι λαχανιασμένος.)
  • Hạlt (Halt! Bleiben Sie sofort stehen!)
    Στοπ! Ακίνητος! (Στοπ! Μείνετε αμέσως ακίνητος!)
  • die Gebrauchsanweisung, -en
    οδηγία χρήσης
  • äußern (+ sịch) (+ über + A.)
    εκφράζω
  • dọch (Das Spiel ist fast zu Ende, doch da kommt …)
    όμως (Το παιχνίδι έχει σχεδόν τελειώσει, όμως εκείνη τη στιγμή