Study

Here We go 3 Lesson 1, Here We Go 3 Lesson 2, He ...

  •   0%
  •  0     0     0

  • island
    νησί
  • think (thought, thought)
    νομίζω, σκέφτομαι
  • life jacket
    σωσίβιο
  • believe
    πιστεύω
  • quiz
    κουίζ
  • faraway (places)
    μακρινά (μέρη)
  • middle
    στη μέση
  • a migration
    μετανάστευση
  • against
    εναντίον, κατά
  • discover
    ανακαλύπτω
  • ocean
    ωκεανός
  • member
    μέλος
  • to migrate
    μεταναστεύω
  • land
    γη, στεριά
  • across
    απέναντι, από τη μια μεριά στην άλλη
  • hundred
    εκατό
  • to die
    πεθαίνω
  • possible
    πιθανός, δυνατός
  • fall off
    πέφτω από
  • flat
    επίπεδος
  • thank goodness
    δόξα τω Θεώ
  • journey
    ταξίδι
  • scared
    φοβισμένος
  • hold on (held, held)
    κρατώ
  • cross (the ocean)
    διασχίζω (τον ωκεανό)
  • (dry) season
    εποχή (ξηρασίας)
  • Internet
    Διαδίκτυο
  • search
    αναζήτηση, έρευνα
  • thousand
    χίλια
  • explorer
    εξερευνητής
  • get to
    φτάνω σε
  • captain
    καπετάνιος
  • wave
    κύμα
  • succeed
    πετυχαίνω
  • to reach
    φτάνω σε
  • mountain
    βουνό
  • along
    κατά μήκος
  • side
    πλευρά
  • behind
    πίσω από
  • almost
    σχεδόν
  • strong
    δυνατός
  • sailor
    ναύτης
  • lake
    λίμνη
  • continue
    συνεχίζω
  • million
    εκατομμύριο
  • idea
    ιδέα
  • river
    ποτάμι
  • world
    κόσμος, Γη
  • wind
    ανεμος
  • follow orders
    ακολουθώ τις διαταγές
  • really
    πραγματικά
  • to set up (camp)
    στήνω την σκηνή μου, κατασκηνώνω
  • to follow
    ακολουθώ
  • disappointed
    απογοητευμένος
  • leave (left, left)
    αφήνω, φεύγω
  • bravely
    γενναία
  • ship
    πλοίο
  • adventure
    περιπέτεια
  • tent
    σκηνή
  • camp
    κατασκήνωση
  • safe
    ασφαλής
  • to take photos
    βγάζω φωτογραφίες
  • to plan
    σχεδιάζω
  • lock
    κλειδώνω
  • close
    κοντά
  • strong wind
    δυνατός άνεμος
  • jungle
    ζούγκλα
  • coast
    ακτή
  • angry
    θυμωμένος
  • sick
    άρρωστος
  • beach
    παραλία
  • let (someone) go
    αφήνω (κάποιον) ελεύθερο
  • throw (threw, thrown)
    πετώ, ρίχνω
  • site
    ιστοσελίδα
  • give up (gave up, given up)
    παραιτούμαι, σταματάω
  • sail
    πλέω, ταξιδεύω με πλοίο
  • boat
    βάρκα
  • trouble
    μπελάς, φασαρία
  • nature
    φύση
  • weak
    αδύναμος
  • afraid
    φοβισμένος
  • voyage
    ταξίδι με πλοίο
  • save somebody's life
    σώζω την ζωή κάποιου
  • promise
    υπόσχομαι
  • to prepare for
    προετοιμάζομαι για
  • rope
    σκοινί
  • to look for
    ψάχνω
  • edge
    άκρη
  • a guide
    ξεναγός
  • terrible
    απαίσιος, τρομερός
  • lifeguard
    ναυαγοσώστης
  • team
    ομάδα
  • take (five weeks)
    χρειάζεται, παίρνει (πεντε εβδομάδες)
  • crazy
    τρελός
  • adventurous
    περιπετειώδης
  • tired
    κουρασμένος
  • click
    κάνω κλικ